ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΦΑΛΗΡΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΓΡΑΦΟ – ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΚΡΑΤΑΜΕ ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΣΤΥΛΟ ...

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΦΑΛΗΡΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΓΡΑΦΟ – ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΚΡΑΤΑΜΕ ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΣΤΥΛΟ ...

Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 2015

Είδα την Άννα του Φαλήρου κάποτε…

Η Άννα είναι μια από τις παλιές μου συμφοιτήτριες. Τη συναντούσα στους διαδρόμους και στα αμφιθέατρα μ’ ένα μόνιμο άγχος : μήπως γίνει κάποια κατάληψη ή κάποια απεργία και χαθεί το εξάμηνο. Κανένα εξάμηνο δε χάθηκε τελικά όπως και σε καμία συνέλευση ή κινητοποίηση δεν είδα ποτέ την Άννα. Κάθε φορά που επιχειρούσα να της ανοίξω συζήτηση για τέτοιου είδους ζητήματα η απάντηση ήταν σταθερή : «δεν ασχολούμαι με την πολιτική».
Αφότου αποφοιτήσαμε αραιά και που μάθαινα νέα της. Η ζωή φαινόταν να ανοίγεται μπροστά της όπως την είχε ονειρευτεί. Μια καλή δουλειά σε ιδιωτικό σχολείο κάπου στα Νότια προάστια, ένας ευτυχισμένος γάμος και δυο αξιολάτρευτα παιδιά. Τίποτα δε φαινόταν να απειλεί τη μακαριότητά της. Μέχρι που ξεκίνησε η οικονομική κρίση κι άρχισε όλα να τα σκιάζει η φοβέρα. Η Άννα απολύθηκε από τη δουλειά της και τα δάνεια που στέγαζαν το «ελληνικό όνειρό» της άρχισαν να μη μπορούν να πληρωθούν, μια και ο μισθός του συζύγου μειώθηκε κατακόρυφα. Παράλληλα, τα παιδιά έπρεπε να μετεγγραφούν σε δημόσιο σχολείο…
Για ένα διάστημα η Άννα είχε χαθεί από προσώπου γης. Κατάθλιψη είπαν οι κακές οι γλώσσες και οι ακόμη πιο κακές υποστήριζαν ότι δεν εμφανιζόταν πουθενά, γιατί όλα τα μοντελάκια που κατά καιρούς φορούσε τα είχαμε δει περισσότερες από δύο φορές. Και κάποια στιγμή, αίφνης, η Άννα εμφανίστηκε. Ένα κυριακάτικο απόγευμα με πήρε τηλέφωνο και μου ζήτησε να βρεθούμε για λίγο.
Δεν είχα ιδέα τι θα μπορούσε να θέλει και μάλλον διαθέτω ελάχιστη φαντασία για να υποθέσω. Βρεθήκαμε σ’ ένα καφέ της περιοχής μας και αφού ανταλλάξαμε δυο-τρεις τυπικές φιλοφρονήσεις μου έβαλε στο χέρι ένα ιλουστρασιόν φυλλάδιο με τη φατσούλα της. Η Άννα, που δεν ασχολούνταν με την πολιτική, έθετε υποψηφιότητα ως δημοτική σύμβουλος και ζητούσε την ψήφο μου. Σαν ταινία πέρασαν από το μυαλό μου όλα όσα είχα δει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την πληθώρα των δημοτικών συμβούλων σε αυτές τις εκλογές και συνειδητοποίησα ότι μόνο υπερβολές δεν ήταν τελικά.

Αφού ξεπέρασα το πρώτο σοκ, τη ρώτησα πώς το αποφάσισε. Μου απάντησε ότι η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο (εννοούσε ότι αφαίρεσε μέχρι και τις πινακίδες από το τζιπ) κι ότι απαραιτήτως πρέπει να υπάρξει μια αλλαγή επιλέγοντας σε αυτές τις εκλογές πρόσωπα άφθαρτα και με όραμα, απαγκιστρωμένα από κομματικές αγκυλώσεις (ανεξάρτητους, πρώην στελέχη μεγάλων κομμάτων, που θα ταράξουν συθέμελα το σύστημα μέσα από το πλαίσιο του δήμου μετέφραζα μειδιώντας). Φυσικά, δεν πήρα ποτέ απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι ο ιδεολογικός προσανατολισμός του συνδυασμού στον οποίο συμμετείχε. Εξακολουθούσε μάλλον να μην ασχολείται με την πολιτική η Άννα.
Λίγο μετά έμεινα με το φυλλάδιο στο χέρι και η Άννα αποχώρησε αναζητώντας τον επόμενο ψηφοφόρο, ψυχανεμιζόμενη πλέον γιατί η Ελλάδα είχε γίνει μια «ατέλειωτη παράγκα» από υποψήφιους δημοτικούς συμβούλους. Το χρήμα, τα δάνεια για την ακρίβεια, έδιναν σε πολλούς τη δυνατότητα αυτοπροβολής και αυτοεπιβεβαίωσης. Συμπλήρωναν με αυτό υπαρξιακά κενά και τάσεις επιβολής και ελέγχου στο περιβάλλον τους, αδιαφορώντας για τις όποιες κοινωνικές ανισότητες, τη φτώχεια ή την ανεργία που υπήρχε γύρω τους, ελεγχόμενα μεν, αλλά υπήρχε, αφού τους ίδιους δεν τους άγγιζε τίποτα από αυτά.
Η οικονομική κρίση τράβηξε απότομα το χαλάκι κάτω από τα πόδια της ευδαιμονίας τους, ο βασιλιάς έμεινε γυμνός και η πολιτική ενασχόληση έπαψε να είναι προνόμιο κάποιων γραφικών. Έγινε «της μόδας» αλλά με όρους καφενείου. Ο ατομισμός ήταν ακόμη εκεί και η κυρίαρχη αντίληψη της αδικημένης ψωροκώσταινας που πρέπει να απεξαρτηθεί από τα ανήθικα πρόσωπα (αλλά όχι τις ανήθικες πολιτικές) επίσης. Όσοι ως εκείνοι τη στιγμή κατανάλωναν life-style αδιαφορώντας για ό,τι συνέβαινε γύρω τους, έσπευσαν με τον ίδιο ανάλαφρο τρόπο να καταναλώσουν πολιτική δράση. Όχι με όρους συλλογικής διεκδίκησης για όλους, αλλά ο καθένας για τον εαυτό του, τάζοντας σωτηρία μήπως και σωθούν οι ίδιοι. Επίδοξοι πολιτικάντηδες…
Α, ρε Άννα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου